"Εν τοσούτω απεδειλίασαν και αυτοί οι πολεμούντες κατά τον Ποριά, και εζήτησαν εν τη φυγή την σωτηρίαν των. Μόνος ο Διάκος και ολίγοι των οπαδών του, μιμούμενοι το παράδειγμα του, ησθάνθησαν οτι εκεί απέθανεν ο Λεωνίδας. Τω όντι, ότε ο ψυχουιός του, βλέπων λιποτακτούντας τους άλλους, τον παρεκίνει εγκαταλειπόμενον να φύγη και αυτός εις ωφέλειαν εν άλλη περιστάσει της πατρίδος, και τω έφερε τον ίππον, εκείνος απεκρίθη "Ο Διάκος δεν φεύγει". Εν τοσούτω επιπίπτουν οι εχθροί, φονεύεται έμπροσθέν του ο αδερφός του, εμπλέκεται αυτός εν μέσω των εχθρών και μόλις μετά 10 στρατιωτών μεταβαίνει εις τινας τραχείας πέτρας, τα Μανδροστάματα, της μονής Δαμάστας, όπου τοποθετείται και μάχεται ολόκληρον ώραν. Φονεύονται οι ακόλουθοί του εκτός του ψυχουιού του, τραυματίζεται και αυτός εις τον δεξιόν ώμον, πίπτει το τουφέκι του, ανθίσταται βαστών διά της αριστεράς χειρός την πιστόλαν, γνωρίζεται περικυκλούται, και συλλαμβάνεται ζων και καταιματωμένος... Τελειωθείσης της μάχης , οι πασάδες ώδευσαν προς το Ζητούνι, συνεπάγοντες μετά του ψυχουιού τον Διάκον, όν διέταξαν να οδεύη πεζός έμπροσθέν των χάριν της κενοδοξίας των. Αλλά φοβούμενοι μη κρυβή ή φύγη, τον εκάθισαν μετ' ολίγον εφ ημιόνου πεδικλωμένον.Την δε νύκτα αφ' ου έφθασαν εις Ζητούνι, τον έφεραν έμπροσθέν των, παρόντος και του εντοπίου Χαλήλμπεη, και εζήτουν να μάθωσι τα περί της επαναστάσεως. Ο Διάκος τοις είπεν αφόβως οτι το έθνος όλον των Ελλήνων απεφάσισε να χαθή ή να ελευθερωθή. Θαυμάσας ο Μεχμέτης του ανδρός την παρρησίαν, τω είπεν, οτι πρόθυμος ήτο να τον ιατρεύση, αν ήθελε πιστώς να τον υπηρετήση. "Δεν δε υπηρετώ", απεκρίθη ο Διάκος. "Αλλά και άν σε υπηρέτουν δεν θα σε ωφέλουν" . "Θα σε σκοτώσω" επανέλαβε ο πασάς, άν δεν με υπηρετήσης" "Η Ελλάς" απήντησεν εκείνος "έχει πολλούς Διάκους" . Την δε ακόλουθον ημέραν (24 Απριλίου) εξεδόθη απόφασις να σουβλιστή. Ο δε κοινοποιήσας αυτώ την σκληράν απόφασιν, τω έδωκεν εις χείρας και το άτιμον και οδυνηρόν εργαλείον του θανάτου, και των είπε να τον ακολουθήσεη βαστών αυτό. Ο Διάκος το έρριψε καταγής αγανακτών, και στραφείς προς τους περιεστώτας Αλβανούς "δεν ευρίσκεται τις" είπε "να με σκοτώση; Διατί αφήνετε τους Ανατολίτας να με παιδεύωσιν; Εγώ κακούργος δεν είμαι" . Ακούσας δε οτι άν ετούρκευεν , εσώζετο, "Χριστιανός" απεκρίθη , "εγεννήθηκα , και Χριστιανός θ' αποθάνω", Οδεύων δε εις τον τόπον της ποινής εστάθη, και ρίψας το βλέμμα επί την γελώσαν φύσιν κατά την εαρινήν εκείνην ώραν, είπε το εξής δίστιχον "Για ιδέ καιρό που διάλεξεν ο Χάρος να με πάρη / Τώρα π' ανθίζουν τα κλαδιά και βγαν' η γη χορτάρι" . Ηκολούθησε δε μετά ταύτα την πορείαν του και υπέστη καρτεροψύχως πολυώδινον θάνατον τρεις ώρας βασανιζόμενος
Σπυρίδων Τρικούπης "ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΕΛΛΗΝΙΚΗΣ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΕΩΣ"