Friday, September 14, 2007

ΙΕΡΗ ΜΝΗΜΗ

Στη μνήμη σου μάνα - έξι χρόνια τώρα....


Η ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΟΝΕΙΡΩΝ

Βουίζει βραδινός στο παραθύρι
άνεμος του Δεκέμβρη παγερός.
Γνώριμο του θανάτου πανηγύρι
των πεθαμένων φύλλων ο χορός.
----------
Πρόσωπο που χάνεται στο τζάμι
και βαθύς , αγιάτρευτος καημός.
Δάκρυ στων ειδώλων το ποτάμι
της βροχής οδύνη και θυμός..
----------
Λέξεις που παγώνουνε στα χείλη
- μάνα μου- και μένω σιωπηλός.
Στέκεις στων ονείρων μου την πύλη
τώρα που σε σκέπασε πηλός…


ΦΥΣΑΕΙ

Μες στα σκοτάδια κι' η μορφή σου
που έχει για πάντα σκεπαστεί ,
- τυφλός στη πύλη της αβύσσου
γερτός στη μαύρη κουπαστή -

μάνα , μια μνήμη που δαγκώνει,
σκιά στην άδεια τη γωνιά …
Κι' είμαι το δέντρο που παγώνει
γυμνό, στου χρόνου το χιονιά.

Μάνα, φυσάει σ' αυτό τ' αστέρι…
Τρέμω …Ποιο μάτι να με δει;
Γιατί δε μου κρατάς το χέρι
σαν τότε που ήμουνα παιδί;

ΣΙΓΗ

Στη σκόνη που σκεπάζει τη σιγή ,
στον παγωμένο χρόνο που ραγίζει
του σκοταδιού το χέρι να μ' αγγίζει,
να αιμορραγεί της μνήμης η πληγή.
---------------
Τρέμοντας στων ονείρων τη φυγή
το γυμνωμένο δέντρο να λυγίζει
και στο μηδέν να στέκουν οι ζυγοί
της μοίρας της αμείλικτης που ορίζει.
---------------
Και να ΄σαι μακρινή, μισοσβησμένη
γραφή πάνω στην άμμο ξεχασμένη
κι΄ αίνιγμα που κανένας δε θα λύσει ,
---------------
Μάνα μου, μια λύπη που σωπαίνει,
γιατί ΄ναι μάταιο, μάταιο να μιλήσει…
Ποιος για μας το λίθο θα κυλήσει;


ΠΙΚΡΟΕΤΗΣ

Σύντομες μέρες , σύντομα τα χρόνια…
Τα φύλλα με το φόβο του χειμώνα
κιτρίνισαν . Τρομάξανε τ' αηδόνια
κι ερημωμένα τα κλαδιά και μόνα.
----------------
Και στο θολό καθρέφτη μια μορφή
μελαγχολεί. Συνέχεια μεγαλώνει.
Κι΄ η μνήμη σου , το τελευταίο καρφί
σ΄ ένα λευκό σταυρό με προσηλώνει.
-----------------
Γερνώ και σπέρνω λέξεις στο κενό,
διψώ για της μητέρας το φιλί
που ράγισε το μαύρον ουρανό…
Ποιόν αλυχτά τ΄ αδέσποτο σκυλί ;


Η ΞΕΝΗ

“ Es ist die Seele ein Fremdes auf Erden"
Georg Trakl

Θυμάται τ΄ άλλο φως και νοσταλγεί
μια θάλασσα π΄ ασάλευτη νυχτώνει.
Το γιασεμί το δρόμο της μυρώνει
ριγώντας στων ωρών την αλλαγή.
------------
Και των αγρών την ήρεμη σιγή
τ΄ ακούραστο ραγίζει το τριζόνι.
Καθρέφτης μυστικός εξομοιώνει
με τα φτερά της μνήμης την πληγή.
-------------
Το μάρμαρο χαιδεύει κι΄ επιμένει
τη σάρκα να γυρεύει τη φθαρμένη,
το χάδι μιας ατέλειωτης στοργής,
-------------
και σκύβει μοναχή και φοβισμένη
τον ψίθυρο ν’ ακούσει της πηγής:
"Είν’ η ψυχή μια ξένη επί γης"


NEKYIA

Κήπος του ονείρου.
Ο ήλιος βούλιαζε
και στα φύλλα της μηλιάς
γλιστρούσεν η σκιά μου,
πρόσταγμα σιωπής
στων τζιτζικιών την τάξη.
Στο μικρό αυλάκι
έρμαιο το φύλλο της ελιάς
κι ο Οδυσσέας των μυρμηγκιών
για τη νήσο των μακαρίων.
Κάπνιζε ακόμα το τζάκι μας...
Όλο μου το αίμα
κι όλα μου τα δάκρυα
πλημμύριζαν τους λάκκους.
Κι εσύ έπινες,
έπινες αχόρταγα ,μάνα μου,
και δε με γνώριζες


ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ

4 comments:

Socrates Xenos said...

Θυμάσαι
στο τελευταίο σου είχα κάποτε γράψει
" θάψαμε μαζί σου τ` αριστερό μας χέρι για να κρατιόμαστε γερά στη ζωή..."
Πάλι,Γιώργη, φθινόπωρο και σκάβει η μνήμη

Τη φιλία μου, πάντα, στον τεχνίτη του στίχου

Τάσος Ν. Καραμήτσος said...

Ένα κυκλάμινο, φθινοπωριάτικο, καταθέτω και εγώ στη μνήμη της μάνας σου

ellinida said...

.....

Ιωαννα said...

Διπλανες λοιπον ιδρωμένες πεταλουδες ....

διπλανα λοιπον ρηγμενα τα κλαματα ...

Φυτρωμένα γιασεμία και βασιλικά αναμνήσεων ..

Ιωαννα


γιατι τιποτα δεν μπορει να στερηθει και να στερήσει τη μελαγχολια στη και για την φυγή τους ...

Τη σκεψη μου ....


Ιωαννα