Της Φρόσως ο λεγάμενος, ο ράθυμος Τζωρτζής,
Ντερβίσης ή προφέσορας, ή τζες , ή χιμπατζής,
πούχε ντεπόζιτο καρδιά,
συχνά κάθε που αφίνονταν μονάχος στους καημούς του
ένα σκοπό μολόγαγε, που λες, για χάρη γούστου
με κομπολόι συνοδιά.
Τσικ, τσικ, τσικ, κι η τρεμάμενη βραχνάδα της θαμπής
φωνής του, στο βελούδινο αντηχούσε της νυχτιάς
κι αν πεις και για τις νότες τις ψηλές – ξεφάντωμα ερωτιάς-
ξεσπούσαν σ’ ένα σέρτικο σεβντά νοσταλγικόν
ως σκαρφαλώναν στις Κεράς του το μπαλκόνι,
που χε τη γλάστρα διαπασών
με το βασιλικό για να τον μαραζώνει.
Κι ώρες γλυκοπικράμενος απόμνεσκ’ επειδή
Καρτέρα να τη δει
Να ξεπροβάλει στου παράθυρου την άκρη.
Και τόπνιγε σαν τούρχονταν στα μάτια του το δάκρυ,
Γιατί δεν κλαίν οι άντρες,
Τσικ, τσικ, μον’ άκουες ρυθμικά, σιγά να κλαίν οι χάντρες.
ΝΤΙΝΟΣ ΗΛΙΟΠΟΥΛΟΣ
(περιοδικό ΠΟΙΗΤΙΚΗ ΤΕΧΝΗ τεύχος 17
15/10/1948)
Subscribe to:
Post Comments (Atom)
1 comment:
Τι μπορει ν αφησει κανεις πιο πολυ απο την σκεψη του στην αγαπητη και πολυτιμη δικη σας παρουσια .
Φτωχη , εμπλουτιζομαι απο τα πολυτιμα μεταλα των λεξεων σας .
Πιστη παντα αν και σιωπηλη αλλα κι αυτο με αιτια ....
Ιωαννα
Post a Comment