Ι
Αθώοι Δον Κιχώτες απέναντι στους ανεμόμυλους της άτρωτης πραγματικότητας, οιωνοσκόποι ανίκανοι να διακρίνουμε την απαγορευμένη όψη του μέλλοντος , καθώς οι ώρες – φευγαλέο ρίγος –διαρρέουν σαν άμμος μεσ’ απ’ τα δάχτυλά μας , βρισκόμαστε αντίκρυ στο προσωπείο , που σκεπάζει το αδηφάγο στόμα. Αιχμάλωτοι μιας σκακιέρας με μαύρες νύχτες και άσπρες μέρες προσμένουμε την κίνηση του αόρατου αντιπάλου . Οι επίσημες στιγμές χτυπούν την πόρτα της ψυχής μας κι’ ο αδέκαστος σκοτεινός χρονομέτρης αφαιρεί μία- μία τις αγαπημένες μορφές. Σ’ αυτό τον πυκνό λαβύρινθο , που χτίζουν οι μέρες από τα παιδικά μας χρόνια μία και μόνη οδός υπάρχει : η ποίηση . Η έκσταση και η πληρότητα της δημιουργίας. Φεύγοντας – αλήτες μέσα στην αιωνιότητα- ας κραυγάσουμε καθένας μας τους στίχους:
«Το σώμα μου είναι τούτο το βιβλίο.
Λάβετε ,φάγετε, άβυσσοι, ώρες, χώμα »
ΙΙ
ARS POETICA
Ν' ακούς μέσα στη νύχτα τα φτερά
και να θαρρείς πως άγγελος σιμώνει.
Λυγμός της μοναξιάς σου το τριζόνι
κι' η βάρκα πάνω σ' έναστρα νερά.
-------------
Και να ' σαι σαν την κρήνη π΄ αγρυπνά
- φρουρός στο κοιμισμένο περιβόλι -
κι ανήσυχος διαβάτης σε μια πόλη,
χαμένος σε δρομάκια και στενά.
--------------
Χαμένος σε μια νύχτα γαλανή,
στο φέγγος της σελήνης π’ ασημώνει
φιλέρημο, που μέθυσες , αηδόνι
να βλέπεις πως ανοίγουν ουρανοί.
(Από τη συλλογή "ΜΙΑ ΚΑΙ ΜΟΝΗ ΟΔΟΣ")
ΙΙΙ
Η ΠΗΓΗ
Εχω ένα περβόλι στην καρδιά μου,
π' όλο ανθεί κι όλο φυλλορροεί
κι έρχονται πουλάκια τα όνειρά μου
σμάρια πυκνά τ' ολόγλυκο πρωί
για να πιούν νερό της λησμοσύνης
στη βαθιά και γάργαρη πηγή.
Είσαι η νερομάνα που το χύνεις
Ποίηση- γιατρικό μου και πληγή!
(Από τη συλλογή "ΤΟ ΔΩΡΟ ΤΟΥ ΠΟΝΟΥ")
ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ