Wednesday, May 28, 2008

ΗΔΟΝΙΣΜΟΣ (Ο άλλος...Παλαμάς)

Από τραγούδια έν' άυλο κομπολόι
σ' εσέ δεν ήρθα σήμερα να δώσω.
Με τα παιγνίδια, εγώ θα σε λιγώσω
και με τα ξόρκια, αγάπη μου, ενός γόη.

Γυμνοί. Και σαν κισσός θα σκαρφαλώσω
για να φάω το κορμί σου που με τρώει.
Του λαγκαδιού σου τη δροσάτη χλόη
με το χέρι θρασά θα την πυρώσω.

Το κρασί που ξανάφτει και το γάλα
που κοιμίζει, θα φέρω στάλα στάλα
μ' όλο μου το κορμί να σε ποτίσω.

Και στα πόδια σου τ' ασπροσκαλισμένα
δυό βάζα που μού παίρνουνε τα φρένα
στερνή μανία το μέλι μου θα χύσω.

ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ (Από τη συλλογή ΒΡΑΔΙΝΗ ΦΩΤΙΑ Β΄)

Εκτός ύλης (για προφανείς λόγους)

1 comment:

Flying Libido With A Ukulele said...

για τον άλλο ΠΑΛΑΜΑ προτείνω και το ΠΙΟΤΟ και το ΠΟΤΗΡΙ
Το ποίημα είναι από τη συλλογή ΤΑ ΠΑΡΑΚΑΙΡΑ και θεωρείται σαν ένα από τα καλύτερα λυρικά ποιήματα του Παλαμά. Σ΄αυτό ο ποιητής συζητάει με τον εαυτό του το πρόβλημα του έρωτα και γενικότερα το πρόβλημα της μορφής και του περιεχομένου στη ζωή και την τέχνη. Είναι συμβολικό ποίημα: με το πιοτό συμβολίζεται η απόλαυση του έρωτα, η ουσία και το περιεχόμενο της τέχνης, ενώ με το ποτήρι συμβολίζεται η γυναίκα καθώς και η μορφή της τέχνης.
Αργός ήρθα στρατοκόπος, βράδυ, εδώ
στων πιοτών και στων ανθών το πανηγύρι
ήρθα το γλυκό κρασί να πιω
στο μαλαματένιο το ποτήρι

... δόξα στο ποτήρι που είν’ ο θησαυρός
δόξα στο χρυσάφι που έγινε ομορφιά
κι είναι απάνω απ’ τ’ άνθια κι από τα πιοτά……………
Νάξερα τι ξεχωριστά και τι βαθύτερα αγαπώ!
Α! το πιοτό και το πιοτό και το πιοτό!
δος μου κι όπου και όπως,
ο διψασμένος είναι στρατοκόπος.
Και μες στο ευκολοσύντριφτο κι αστόλιστο φτηνό γυαλί
και στο χοντροπελεκητό χωριάτικο κροντήρι,
κέρνα με κέρνα με σ’ όποιο ποτήρι!
Το πιοτό θέλω το μοιρόγραφτο χωρίς
τον κεραστή. Το χάρισμα κι ας λείπει ο χαριστής
Θέλω τα ρόδα του Απριλιού να μυριστώ,
δε συλλογιέμαι τον Απρίλη..……………………………
Α! το ποτήρι, το ποτήρι, το ποτήρι!
Αυτού ο καημός κι αυτού ο δαρμός μιαν ώρα αρχύτερα στη γης
τη μαύρη θα με γείρει...
... άδειο ή γεμάτο δος μου το να το σφιχτοκρατώ,
κι όποιο κι ας είναι. Το νερό απ’ το ρυάκι,
κι ας είναι της ταβέρνας το κρασί
κι αφιόνι ας είναι και φαρμάκι
Δος μου το εσύ, δος μου το εσύ.
Τάχα για ποιο ξεχωριστά, πιο δυνατά καρδιοχτυπώ
κι από τους δυο σκληρότερα καημούς ποιος θα με δείρει;
Το που με καίει και με χτυπάει και με μεθάει πιοτό;
ή τ’ ολόχρυσο κι ολάκριβο το μέγα το ποτήρι
που με κεράσαν κι ήπια το πιοτό;
Ποιος ξέρει τι ξεχωριστά και τι βαθύτερα αγαπώ!