Tuesday, June 26, 2007

ΓΕΡΙΚΟ ΤΖΙΤΖΙΚΙ

Έζησα με της φυγής τη δίψα. Άδειασα την κούπα των στίχων. Τώρα που σβήνει ο πυρετός του αίματος και χάνεται η τρεμούλα των ταμπούρλων, γυρεύω - κάθε αυγή- τα ίχνη της πεταλούδας, τις στάχτες της αγάπης. Να μείνω άφωνος , σαν την πέτρα, στο σπλαχνικό χορτάρι. Γέρικο τζιτζίκι σε φθαρμένο φύλλο.
Κάτι περνά πετώντας....Θάνατος δεν υπάρχει.
Γ.Κ.ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ

Thursday, June 21, 2007

ΒΡΑΔΙ ΤΟΥ ΘΕΡΟΥΣ

Το δάχτυλό μου στο χαρτί το ποίημα σκαλίζει
και μια μανόλια μας κοιτά,ωχρή, στο παραθύρι.
Κρασί της νύχτας, σκοτεινό, σπιθίζει στο ποτήρι
και της αγάπης τα μαλλιά και τη μορφή γυαλίζει.

Τ΄ άστρα της νύχτας, τα πυκνά, σκορπά το καλοκαίρι
κι η ανάμνηση της νιότης μου τη φυλλωσιά μυρώνει.
Σε λίγο μούχλα θάμαστε - χεράκια μου- και σκόνη:
Αύριο, μεθαύριο, σήμερα, τάχα ποιός να το ξέρει;

ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ

(πάνω στο ποίημα του H.HESSE " Sommerabend" )

Sunday, June 17, 2007

ΤΑΞΙΔΙ ΣΤΗ ΝΥΧΤΑ

Θάμνος και λιβάδι, δέντρο και χωράφι
στέκουν βυθισμένα σε βαθιά σιγή,
λες και το καθένα στην ψυχή του εστράφη
και βουλιάζει τώρα στ' όνειρου τη γη.

Σύννεφο που φεύγει και λαμπρό τ' αστέρι
-μοιάζουνε ταγμένα σ' άγρυπνη φρουρά-
και ψηλά , κομμένο, σαν απο μαχαίρι
το βουνό πυργώνει σκοτεινή θωριά.

Όλα παραμένουν κι έχουνε μια θέση
κι ειμ' εγώ που πάντα μόνος θα πονώ.
Του Θεού μακραίνω, που θα με καλέσει,
κι άσκοπα στη χώρα μέσα τριγυρνώ.

ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ

(πάνω στο ποίημα του H. HESSE Gang Bei Nacht)

Friday, June 15, 2007

Η ΚΡΥΣΤΑΛΛΙΝΗ ΣΦΑΙΡΑ

Το κρύσταλλο. Και στρέφοντας τα μάτια
βλέπεις βαθιά το φέγγος του ονείρου.
Μακραίνουν οι ορίζοντες.Τ' απείρου
πιό φωτεινά θωρείς τα μονοπάτια.

Τώρα π' ανοίγουνε τις πύλες τα παλάτια,
μεθάς στην ευωδιά κρυμμένου μύρου.
Κι ως ρίχνεις τη στολή του καλογήρου
για ν ανεβείς, γυμνός, τα σκαλοπάτια

των άστρων που χορεύουν, ένα-ένα,
κλαίνε βουβά, πικρά τα περασμένα.
Τα μέλλοντα σαλεύουνε στα βάθη,

βουλιάζει ο νούς σε κύμα πελαγίσο.
Θα νιώσεις , άραγε, του έρωτα τ' αγκάθι,
της νοσταλγίας τη φωνή: "Γύρισε πίσω!"

ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ

Thursday, June 14, 2007

Ο ΑΡΤΟΣ ΤΩΝ ΑΓΓΕΛΩΝ

μνήμη Βασιλείου, αρτοποιού

Μαύρες γραμμές. Η μιά πάνω στην άλλη.
Παραδομένο στη φωτιά να λάμπει
το έργο των χειρών σου. Στην αιθάλη
του χρόνου ν' αργοσβήνουνε κι οι κάμποι.

Κι ο μεθυσμένος χρόνος το κεφάλι
να γέρνει με τ΄ονείρου σου τα θάμπη.
Του σώματος, που ιδρώνει, τη σπατάλη
στην πύλη τη στενότερη για να μπει,

διάλεξες κι ακολούθησες το δρόμο.
Και το σταυρό του μαρτυρίου στον ώμο
τον σήκωσες, και δίχως να θυμώνεις.

Φίλε μου, τώρα βράδιασε, κοιμήσου.
Τον άρτο των αγγέλων θα ζυμώνεις
χαράματα, σ΄ αυλές του Παραδείσου

ΓΙΩΡΓΟΣ Κ. ΑΝΥΦΑΝΤΗΣ



Wednesday, June 13, 2007

ΜΕΡΕΣ ΞΑΝΘΕΣ

Μέρες ξανθές
σαν κεφάλια μικρών παιδιών
ωραίες.

Μεσημέρια όλο φως

σα μάτια απο θάλασσα.

Νύχτες ζεστές

σα βελούδινα μαξιλάρια.

Ζωή ενός καλοκαιριού

που έφερε

ένα αιώνιο λιοπύρι.

Κάθε που βλέπω τα μάτια σου

ζούνε μέσα μου όλα.

ΝΙΚΟΣ ΚΑΡΥΔΗΣ (1917-1984)

Ο πίνακας είναι του William Turner

ΠΟΙΑ ΑΥΓΗ


Ποιά αυγή λοιπόν ο πετεινός εξαγγέλλει;
Το σκοτάδι συνεχίζει απτόητο,
ο ήχος μάταιος
και το χέρι που σηκώνουμε
να προστατέψει τα μάτια μας απ' τη δύναμη του ήλιου
Μάταιο.
Ο ήλιος ξεχνά να ανατείλει.
Η φωνή του πετεινού
και η χειρονομία μας
Και τα δυό λάθεψαν
ΑΒΡΑΑΜ ΜΠΕΝ ΓΙΤΖΑΚ (1883-1950)
(μετάφραση Κωστής Μοσκώφ - απο το βιβλίο ΕΒΡΑΙΚΗ ΠΟΙΗΣΗ)

Tuesday, June 12, 2007

GUILLAUME APOLLINAIRE (1880-1918)


Εσείς οπού το στόμα σας είναι πανομοιότυπο με του Θεού
Στόμα οπού είναι η προσωποποίηση της τάξης
να είσαστε επιεικείς όταν μας συγκρίνετε
μ' αυτούς που ήταν η τελειότητα της τάξης
Εμείς που παντού ψάχνουμε για περιπέτεια
δεν είμαστε εχθροί σας
Μοχθούμε να σας χαρίσουμε περιοχές παράξενες κι απέραντες
εκεί που το μυστήριο ανθεί για κείνον που ποθεί να το θερίσει.
Υπάρχουν νέες φωτιές χρωμάτων αόρατες ως τώρα
χιλιάδες ανυπόστατα φαντάσματα
να τους δοθεί υπόσταση
Θέλουμε να εξερευνήσουμε την καλοσύνη
χώρα πελώρια που σιωπά το καθεί
Χρόνος να εξοριστεί ή να ανακληθεί απο την εξορία.
Λυπηθείτε εμάς που πολεμούμε πάντα στο μέτωπο
του απεριόριστου και του μέλλοντος
(Από το ποίημα Η ΟΜΟΡΦΗ ΚΟΚΚΙΝΟΜΑΛΛΟΥΣΑ μετ. Νίκος Σπάνιας )

Monday, June 11, 2007

ΕΠΙΛΟΓΕΣ (1) - ΑΡΓΥΡΗΣ Θ. ΑΡΓΥΡΙΟΥ



Ο σεβαστός φίλος ποιητής Αργύρης Θ. Αργυρίου είχε την καλωσύνη να μου δωρίσει τις ποιητικές του συλλογές "Επί παντός..." (2007) και "Στη Γυναίκα, στον έρωτα και στην απελπισία" . Από τις συλλογές αυτές επιλέγω για τους αναγνώστες .



ΕΠΙ ΠΑΝΤΟΣ


Αυτονόητο


Για να διατηρήσεις το μύθο

που καθορίζει το στίγμα σου

και δικαιώνει την ύπαρξή σου

πρέπει αδιάκοπα

να διακοσμείς

με το αίμα σου

τα τοπία των επιλογών σου



Αν είναι ποιητής


Κάθε άνθρωπος

έχει τις ώρες της θλίψης του.

Έχει ώρες

παράξενου πόνου.

Αυτές τις ώρες

αφήστε τον

να ταξιδέψει με τη γαλέρα

της ανεξήγητης οδύνης του

στα πέρατα του κόσμου.

Αν είναι άνθρωπος απλός

θα πεθάνει με ευπρέπεια

μέσα στην τρικυμία

των ανέκφραστων καημών του.

Αν είναι σοφός

θα πεθάνει

με την αγωνιώδη πίκρα

της αναποκάλυπτης αλήθειας.

Αν είναι ποιητής

δε θα πεθάνει.

Θα γυρίσει

εγκυμονώντας το μέλλον.



Ουρανέ....


Ουρανέ, όταν μελαγχολείς

με συνθλίβεις.

Ένα "γιατί"

την ώρα τούτη τη σταχτιά

ένα "για πού" "απο πού"

κλωθογυρνάει στο νου

και τίποτ' άλλο.

Η μαβιά μεγαλοπρέπειά σου

οι θόρυβοι που κατρακυλούν

στα βάθη σου

οι αστραπές σου που διαρκούν

όσο η αμφιβολία

που μας κλέβει τη γαλήνη.

Ένα κλάμα. Ένα θάμα.

Τίποτ' άλλο.



Οι δειλοί


Αποφάσισαν

για πάντα ν' ασπαστούν

την παράξενη θρησκεία των ονείρων.

Δε λογάριασαν

πως πρέπει να ντυθούν

την πολύπαθη χλαμύδα των μαρτύρων


Και πορεύτηκαν

το δρόμο των καιρών

το συνήθη, των ανθρώπουν που ημερώνουν.

Συμβιβάστηκαν

και τώρα των καημών

το φορτίο στις ψυχές του βαλσαμώνουν.


Μα σαν κάποτε

αστράφτει και βροντά

και το νού τους τον σαρώνει καταιγίδα

αρματώνονται

τα σχέδια τα νεκρά

και κινούν για την απόμακρη Κολχίδα.



Θάνατος


Με χέρια βέβηλα

έσυρα για ξεπούλημα

τον εαυτό μου.

Και με τον ξεπεσμό

κέρδισα ακόμα λίγο χρόνο.

Κι ότι ήμουν έτοιμος

να αυτοεπαινεθώ

για τούτη την προσπάθεια

που δημιουργούσε

ευκαιρίες ζωής

κατάλαβα πως ήμουν νεκρός.



ΣΤΗ ΓΥΝΑΙΚΑ , ΣΤΟΝ ΕΡΩΤΑ ΚΑΙ ΣΤΗΝ ΑΠΕΛΠΙΣΙΑ ....


Η μορφή σου


Η μορφή σου

αρπαχτικό

που με κρέμασε

πάνω στην άβυσσο.

Και σα να μηνέφτανε

η προσμονή μιάς πτώσης

μ' έπεισες

πως

μπορούσα και να πετάξω.

Κι ύστερα...

Ύστερα

τα βράχια

μιας ανάλγητης ακινησίας

με δέχτηκαν

ερωτευμένο

με την καταστροφή.



(Χαι-κου)


Τέλος ταξιδιού

Χωρισμός αμίλητος

απελπισία

Στη φωτογραφία το Μουζάκι Καρδίτσας , τόπος κοινής καταγωγής με τον Αργύρη Θ. Αργυρίου

Friday, June 01, 2007

ΣΚΕΨΗ

Επειδή, φίλε μου, γνωρίζεις καλύτερα από μένα , πως ο Χρίστος Βαλαβανίδης , είναι και ποιητής .....
Πλημμυρίζει η φωνή σαν αίμα το λαιμό
και μέσα στο μυαλό χτυπιέται η σκέψη
μια μουσική τριγύρω έχει θεριέψει
μ΄ένα ρυθμό που μας πηγαίνει στο χαμό.
Χτυπιέται η σκέψη, πάει μα δε μπορεί να βγεί
έξω κυκλοφορούνε μασκοφόροι
για χάρη μας κάποιοι ξύπνοι εμπόροι
μέσα στη νύχτα παζαρεύουν την αυγή.
Η δική μας μουσική είναι κρυφή
ό,τι κερδίσαμε, λίγη υγρασία.
Λόφοι με κυπαρίσσια στην κορφή.
Μέσα σε τέτοια τυμπανοκρουσία
κλείνουμε τ' αυτιά. Σ' αυτά τα σάπια χρόνια
τα κοκκόρια που λαλούν είναι καπόνια .