Στη δημοσιά, στη πέτρα πλάι εκείνη
το δέντρο που θωρείς μοναχικό
ξεράθηκε από τότε που έχει γίνει
στη ρίζα του, μια νύχτα, φονικό.
Σαράντα καλοκαίρια που δεν δίνει
στον πεζοδρόμον ίσκιο και καρπό.
Κι ειν’ ο κορμός του στέρφος που έχει μείνει
σα φίδι μαυροκέφαλο κι’ ορθό.
Στα κλαριά του ,λένε, δεν κουρνιάζει
πουλάκι διαβατάρικο ή τζιτζίκι.
Και κάποτε, που η νύχτα το σκεπάζει
φωνή απ’ την κουφάλα του αναδίνει,
κράζει τα κλαδιά, μιλεί, κι ω φρίκη,
- Δικαιοσύνη, λέει, δικαιοσύνη.
Αιμιλία Δάφνη
το δέντρο που θωρείς μοναχικό
ξεράθηκε από τότε που έχει γίνει
στη ρίζα του, μια νύχτα, φονικό.
Σαράντα καλοκαίρια που δεν δίνει
στον πεζοδρόμον ίσκιο και καρπό.
Κι ειν’ ο κορμός του στέρφος που έχει μείνει
σα φίδι μαυροκέφαλο κι’ ορθό.
Στα κλαριά του ,λένε, δεν κουρνιάζει
πουλάκι διαβατάρικο ή τζιτζίκι.
Και κάποτε, που η νύχτα το σκεπάζει
φωνή απ’ την κουφάλα του αναδίνει,
κράζει τα κλαδιά, μιλεί, κι ω φρίκη,
- Δικαιοσύνη, λέει, δικαιοσύνη.
Αιμιλία Δάφνη
No comments:
Post a Comment