Αργά μετρώ το πέρασμα των σκοτεινών ωρών
στην προκυμαία που λιγοστά, τα εσπέρια τρέμουν φώτα
Μακριά η καμπάνα των ωρών το πέρασμα σημαίνει.
Και συ καρδιά μου, που άγρυπνη μια θλίψη σε παιδεύει
οπλές αλόγων ν αντηχούν στου δρόμου ακούς τα βάθη
Οι επίσημες στιγμές χτυπούν την πόρτα της ψυχής μου
Ασάλευτη κι αλλόκοτη και ξένη
η παρουσία της ώρας έχει μείνει
Οι καιροί περπατούνε στα βήματά μας.
Τίποτε δεν τελειώνει. Δεν είναι να τελειώσει τίποτε.
"Και εγένετο εσπέρα. Και εγένετο πρωί, ημέρα μία"
Μια φωνή ζωντανή
είταν το ρολόγι που χτυπούσε τις ώρες.
Τώρα βαρέθηκε πιά.
Τις άφησε να σμίξουν η μιά με την άλλη, να πεθάνουν
και κείνες μέσα στο χρόνο τον άκαρπο.
Σμίγουν οι νύχτες, σμίγουν οι ώρες κι οι ορίζοντες
σμίγουν και χάνονται
ολόγυρα στο κούφιο σημάδι
Συλλογιούμαι τους καιρούς που θα φέρουν τους άλλους καιρούς
τον ακομμάτιαστο χρόνο τον άγνωστο.
Ξεκινούμε από το θάνατο για να πάμε στο θάνατο
Η κάθε στιγμή είναι ένα φορτίο θανάτου
Όλος ο χρόνος είναι ο θάνατος...
η σιωπή της Μυκήνης,
η πολύχρωμη σιωπή, όπου το προσωπείο
έχει αντικαταστήσει το πρόσωπο
Δεν υπάρχει παρά μόνο το προσωπείο.
Το προσωπείο του χρόνου είναι η αθανασία,
η ανάγκη για ύπαρξη-
να υπάρξουμε, να υπάρξουμε
Ζητιανεύουμε ύπαρξη
ο ένας με το σπαθί,
ο άλλος με το βιβλίο,
ένας τρίτος πηγαίνοντας να σκοτώσει το λιοντάρι της Αφρικής
το πεινασμένο λιοντάρι.
Μονάχα το πεινασμένο λιοντάρι
είναι αληθινό.
Ένα στόμα.
Το προσωπείο σκεπάζει το στόμα.
Αποσπάσματα από ποιήματα του Ι.Μ.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΥ
No comments:
Post a Comment